- μαντουρίνα ή παντουρίνα
- Μουσικό νυκτό όργανο. Αποτελεί παραλλαγή της μαντόλας και ανήκει στην οικογένεια του λαούτου. Είναι μικρότερη από τη μαντόλα και ο ήχος της είναι μία οκτάβα οξύτερος. Είχε 4, 5 ή 6 χορδές· σήμερα έχει αποκτήσει πιο βαθύ ηχείο και έχει πλέον συγχωνευθεί με το μαντολίνο. Υπάρχουν διάφοροι τύποι μ.: του Μιλάνου, με 6 ζεύγη εντέρινων χορδών· το γνωστότατο ναπολιτάνικο μαντολίνο, με 4 ζεύγη μετάλλινων χορδών· ο γενοβέζικος τύπος με 5 ή 6 μονές εντέρινες χορδές. Όλοι αυτοί οι τύποι παίζονται με πένα.
Dictionary of Greek. 2013.